Η πρακτική στο διαλογισμό ακούγεται πολύ στις μέρες μας, ως μια μέθοδος εξισορρόπησης και ηρεμίας του νου. Ίσως αυτό να κινεί την περιέργειά μας να μάθουμε «τι είναι αυτή η πρακτική». Ισως ο λόγος να είναι ότι συχνά νιώθουμε τον νου μας έτοιμο να «εκραγεί» από τις πολλές σκέψεις, και αναζητάμε έναν τρόπο να τον ηρεμήσουμε και να τον κάνουμε πιο διαυγή.
Μπορεί, πάλι, να βρισκόμαστε (ή να έχουμε βρεθεί) σε μία καμπή στη ζωή μας, όπου όσα γνωρίζαμε μέχρι στιγμής, αδυνατούν να μας δώσουν απάντηση, και με κάποιον τρόπο, αποφασίζουμε να αναζητήσουμε διέξοδο στον διαλογισμό.
Ή ίσως πάλι, να έχουμε αισθανθεί κάποιες φορές ότι υπάρχει μια Πραγματικότητα που μας υπερβαίνει∙ ή νιώθουμε την αίσθηση μίας «παρουσίας» μέσα μας, και επιθυμώντας να συνδεθούμε με αυτήν, ερχόμαστε σε επαφή με τον διαλογισμό.
Στις παραπάνω αναζητήσεις (αλλά και σε πολλές άλλες), η απάντηση είναι η πρακτική του Διαλογισμού –μια πρακτική που (μεταξύ άλλων):
- Είναι θεραπευτική για το σώμα μας∙ πολυάριθμες ιατρικές έρευνες έχουν αποδείξει τη θετική επίδραση του διαλογισμού σε θέματα υγείας, όπως π.χ. οριστική αντιμετώπιση ή βελτίωση της υψηλής αρτηριακής πίεσης, ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, ελάττωση πονοκεφάλων και ημικρανιών κ.ά.
- Λειτουργεί επίσης θεραπευτικά σε βάθος για τον ψυχισμό μας, καθώς επιτρέπει στα στοιχεία του να αναδυθούν στην επιφάνεια, προκειμένου να τα παρατηρήσουμε και να τα θεραπεύσουμε.
- Καλλιεργεί τη δυνατότητά μας να αντέχουμε επίπονα ή αρνητικά συναισθήματα. Βοηθά στον έλεγχο των συναισθημάτων μας και των «αυτόματων» αντιδράσεών μας, που είναι συχνά πηγή προβλημάτων στις σχέσεις μας.
- Προσφέρει κρυστάλλινη διαύγεια, εστίαση και δύναμη στον νου μας. Αποκτάμε τη δυνατότητα να συγκεντρωνόμαστε εύκολα και ανεμπόδιστα σε οτιδήποτε θέλουμε.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλούς ακόμα λόγους για τους οποίους είναι εξαιρετικά ωφέλιμη η άσκηση του διαλογισμού. Όμως, ο πιο ουσιαστικός είναι ο εξής: Η κατάσταση του διαλογισμού είναι στην πραγματικότητα η φυσική κατάσταση της ύπαρξης! Τα μικρά παιδιά, για παράδειγμα, βρίσκονται συνεχώς σε αυτήν, αν και δεν το γνωρίζουν συνειδητά.
Έτσι, σε κάποια στιγμή, όταν ξεκινά για εμάς το μονοπάτι της Αυτογνωσίας (ή της επιστροφής στην Πηγή μας), ουσιαστικά αναζητάμε να επιστρέψουμε σε αυτήν την αυθόρμητη κατάσταση της ύπαρξης, αλλά αυτή τη φορά, με επίγνωση. Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι αυτή η «στροφή προς τα μέσα» είναι η φυσική εξέλιξή μας!
Στη γιόγκα, στην οποία ο διαλογισμός αποτελεί το αποκορύφωμα της πρακτικής, λέγεται ότι αυτός μας επιτρέπει να γνωρίσουμε την εγγενή ύπαρξη, επίγνωση, και ευδαιμονία που είναι τα χαρακτηριστικά του βαθύτερού μας Εαυτού. Η αναζήτηση της γνώσης γενικότερα -αλλά και της γνώσης του εσώτερου εαυτού μας ειδικότερα- είναι, εξ’ άλλου, έμφυτη στον άνθρωπο. Ετσι, με τον διαλογισμό, ερχόμαστε να γνωρίσουμε ουσιαστικά τον βαθύτερο εαυτό μας, και να εξοικειωθούμε μαζί του σε όλα τα επίπεδα -σωματικό, συγκινησιακό, νοητικό, πνευματικό.
Οι τρόποι για να ασκηθούμε, πρακτικά είναι άπειροι! Για παράδειγμα, με συγκέντρωση της προσοχής σε ένα εξωτερικό ή νοητικό αντικείμενο, ή σε έναν ήχο, ή σε μία ακουστική ή νοητική αφήγηση, ή ακόμη και περπατώντας, εστιαζόμενοι στο βάδισμά μας! Όμως, οι δύο πιο «δημοφιλείς» μέθοδοι διαλογισμού, είναι ταυτόχρονα και οι πιο απλές: δεν είναι άλλες από την συγκέντρωση στην αναπνοή μας, ή σε μία λέξη (ή συλλαβή, ή φράση) που επαναλαμβάνουμε νοητικά, τα περίφημα «μάντρα».
Όποια μέθοδο και αν επιλέξουμε, η προσέγγιση του διαλογισμού είναι καλό να γίνεται με εξερευνητική διάθεση, πρωτοτυπία, χιούμορ, και ευελιξία. Δεν είναι απαραίτητο να διαθέτουμε πολύ χρόνο∙ αρχικά, 5 λεπτά την ημέρα είναι αρκετά, αυξάνοντας προοδευτικά τον χρόνο της άσκησης μέχρι τα 15 – 20 λεπτά. Σημαντικός είναι επίσης ο συνδυασμός σταθερότητας και ευελιξίας.
Η προσέγγισή μας απαιτεί απλά υπομονή και επιμονή∙ όπως λέει ένας σύγχρονος δάσκαλος διαλογισμού: «σα να εκπαιδεύουμε ένα κουτάβι για την καθαριότητά του: ήρεμα, όσες φορές χρειαστεί, θα το πάρουμε από το σημείο όπου βρίσκεται, και θα το μεταφέρουμε στην εφημερίδα του». Είναι επίσης βασικό να θυμόμαστε πώς δεν υπάρχει «αποτυχία» στον διαλογισμό. Ο,τι ανακύπτει είναι ευπρόσδεκτο, εφ’ όσον μας φέρνει πιο κοντά στον βαθύτερο εαυτό μας.
Ετσι, η ίδια μας η πρακτική γίνεται ο καλύτερος οδηγός μας, μας διδάσκει με τον πιο λεπτοφυή τρόπο πώς να προχωρήσουμε. Και τότε, καθώς η πρακτική μας ωριμάζει, συμβαίνει το εξής μαγικό: Αν και ασκούμαστε μόνοι μας, συνειδητοποιούμε ότι δεν είμαστε μόνο ξεχωριστές, απομονωμένες υπάρξεις∙ αντίθετα, είμαστε όλοι μαζί, αδιαχώριστα τμήματα μιας ενιαίας, αδιάσπαστης ενότητας, που επιπλέον χαρακτηρίζεται από άπειρη σοφία και εγγενή χαρά!
Η άσκηση Διαλογισμού είναι, σε τελική ανάλυση, η πιο βαθιά, ολοκληρωμένη, και ιδιαίτερη σχέση που είναι δυνατό να αναπτύξουμε με τον εαυτό μας. Γνωρίζοντάς τον άμεσα σε σωματικό, συγκινησιακό και νοητικό επίπεδο, ερχόμαστε τελικά σε επαφή με τη βαθύτερη φύση του, που είναι αληθινή Επίγνωση και Ευδαιμονία. Και η διαπίστωση αυτή, αλλάζει διά παντός τη θεώρησή μας για τον εαυτό μας και τον κόσμο, και «μας δίνει τη δύναμη», όπως έχει πει μία σπουδαία σύγχρονη δασκάλα διαλογισμού, «να εδραιωθούμε σταθερά στο κέντρο της ύπαρξής μας ως μία Δύναμη Αγάπης και Φωτός».
Υπογράφει η Νάνσυ Χιτζανίδου, δασκάλα γιόγκα E-RYT 500 , Master Yoga Trainer, με ειδίκευση στη Φιλοσοφία της Γιόγκα και το Διαλογισμό.